Translate

Τετάρτη 30 Απριλίου 2014

Σκιές μιας νύχτας



  Ο άνεμος ξυπνά αναμνήσεις  γύρω σου. Παρακαλάς τη νύχτα να μην τελειώσει, να σε αγκαλιάσει και να σε αγαπήσει… Αν το καταφέρεις, δεν θα σε αφήσει ποτέ. Ένα φεγγάρι στέκεται μέσα της για να φωτίσει και την πιο παγωμένη καρδιά. Κι εκεί μέσα στην ζάλη σου απ’ τους καπνούς, ονειρεύεσαι μια παράλληλη ζωή κοιτώντας τις ζωές των άλλων.
 
   Μέσα απ’ την κλειδαρότρυπα του μυαλού σου, ξεπηδούν σκιές που σε ενοχλούν. Είναι δύσκολο να τις απομακρύνεις, πώς να διώξεις κάτι άυλο; Προσπαθείς με την παλάμη σου να τις σταματήσεις, μα εκείνες την διαπερνούν.

   Πρέπει από κάπου να πιαστείς, να γαντζωθείς και να μείνεις εκεί κρεμασμένος ή να ανέβεις. Και όλο αναρωτιέσαι… Πού πηγαίνεις τελικά… Τι κάνεις τελικά…  Κι έχεις ένα τσουβάλι έρωτες να σε κυνηγάνε.

  Δεν μπορείς πια, παρά να τους προσπεράσεις. Δεν μπορείς άλλες δέσμιες δυνάμεις εκτός απ’ το σώμα σου. Δεν θες άλλα σκοινιά να σε τραβάνε πίσω.


   Όταν βλέπεις τα πουλιά να πετούν εκεί ψηλά και ονειρεύεσαι πως θα τα φτάσεις, η ελευθερία σου μοιάζει τόσο μακρινή…

Κοκκινάκη Αθανασία-Υπατία
(Νάνσυ)

Δευτέρα 28 Απριλίου 2014

ΟΙ ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟΙ : Μια παράσταση για τον αποπροσανατολισμό


   Οι άνθρωποι σε κρίση ιδανικών. Η προσωπική, διαπροσωπική, οικογενειακή, 
                πολιτική και οικονομική τους υπόσταση ταλαντεύεται επικίνδυνα σε
                τεταμένο σκοινί. Ο Αλμπέρ Καμύ διασκευάζει το γνωστό έργο του Φιοντόρ Μ.
               Ντοστογιέφσκι, οι Δαιμονισμένοι, που παρουσιάζεται στο Σύγχρονο Θέατρο στον
                 Κεραμεικό. Σε σκηνοθεσία Σταύρου Τσακίρη το έργο κυνηγά τη χίμαιρα της
                  αλλαγής σε έναν κόσμο όπου ο καθένας παλεύει με τους δικούς του δαίμονες.

             Ένα πλήθος παραμένει μάζα όταν εναποθέτει τις ελπίδες για νοηματοδότηση της
           ζωής σε έναν ηγέτη. Ένας ηγέτης αυτοπροσδιορίζεται ως ηγέτης χάρη και εξαιτίας
            μιας ιδιαίτερης φύσης η οποία είναι ορατή και θελκτική στους ακόλουθούς του. Ο
          ίδιος, αναρριχάται στην σκάλα του ύστατου αρωγού εφόσον και όταν οι υπόλοιποι
         του παραχωρούν το αυτεξούσιο της ίδιας τους της ύπαρξης. Στο έργο, ο ρόλος της
              ηγετικής προσωπικότητας και της επιρροής της στο σύνολο των ζωών των
               υπολοίπων διαφαίνεται ως ένα αρχαίο δράμα, μια τραγωδία χωρίς τέλος.

                Ο μηδενιστικός κόσμος μιας Ρωσίας που παραπαίει από την προδοσία και την
            απιστία στην μάχη και την δολοφονία, αποπροσανατολίζει τους διψασμένους για
                 ένα καλύτερο μέλλον με στημένα όνειρα. Όλοι, απάνθρωποι, είναι έτοιμοι να
                 δώσουν την ύστατη πάλη για την προσωπική τους επιβίωση, ανέλιξη και νίκη σε
             έναν χώρο όπου δεν χωράει ούτε ένας προδότης. Μόλις κάποιος φαντάζει ικανός,
            τον λιθοβολούμε. Η δεξιότητα δημιουργεί ανισότητες και οι ανισότητες εντάσεις. Η
                 κοινωνική μαυρίλα δίνει τη θέση της σε μια ιδεολογία που τους θέλει όλους
             νεκρούς είτε όλους υπόδουλους.

             Απλά και μόνο επειδή παραμένει δύσκολος ο θάνατος των πάντων, η εκούσια
            γέννηση ενός πεφωτισμένου καθοδηγητή μόνο φόβο μπορεί να εγείρει στα μάτια
        των θεατών. Το ρωσικό κείμενο, άκρως αφηγηματικό, παραμένει αφηγηματικό και
        στη μεταφορά του, μετατρέποντάς μας σε παθητικούς αποδέκτες της δύσκολης
           φύσης των μακροσκελών και φτιασιδωμένων διαλόγων και περιγραφών. Οι
            ηθοποιοί φαίνεται να νοιάζονται υπερβολικά για την απόλυτα ορθή τοποθέτηση
           τους στη σκηνή, τον τελείως σωστό βηματισμό τους και τις πολύ προσεγμένες
       κινήσεις τους χωρίς να αφήνεται κανένα περιθώριο για οποιαδήποτε τυχαία κίνηση
         επί σκηνής.

           Η παράσταση παραμένει δύσκολη, με το κρεσέντο των ηθοποιών να περιμένει τη
              σκηνοθετική οδηγία. Οι φωτισμοί της Κατερίνας Μαραγκουδάκη μεταφέρουν το
          μαύρο του μυθιστορήματος άμεσα και αποτελεσματικά. Μένει να αναρωτηθούμε
       εάν δύναται να υπάρξει φως σε μια απελπισμένη συλλογικότητα που αναζητά
          εκδικητικούς και διόλου σωφρονιστικούς τρόπους επίλυσης των προβλημάτων με
         τη χρήση όπλων. Το μονοπάτι που έχουν επιλέξει οι ήρωες του έργου είναι ένας
        επικίνδυνος μονόδρομος.

         Η κοινωνική τιμωρία κρίνεται απαραίτητη σε μια ομάδα ατόμων που αδυνατεί να
    παραμείνει ψυχικά υγιής και ιδεολογικά σταθερή. Ο αποπροσανατολισμός, η
     σύγχυση, η διαφθορά και η έκλυση, βυθίζουν τα πρόσωπα σε μια σταθερή πορεία
    απόσχισης από τους υπολοίπους.

    Όμως απομακρυνόμενοι, θα καταλήξουν μόνοι και πληγωμένοι δίχως
       προηγούμενο.

Μάριος Δενδής,
για την Μαύρη Αλεπού.

Σάββατο 26 Απριλίου 2014

Παραμύθια για "αγρίους"



  Μια φορά κι έναν καιρό, σε μια χώρα της Νοτίου Αφρικής, οι αρχηγοί των φυλών προετοιμάζονταν για μια μεγάλη γιορτή. Φόρεσαν λοιπόν τα καλά τους, βγήκαν όμορφοι και αστραφτεροί στο «γυαλί» και παρουσίασαν τον καλύτερο εαυτό τους. Η μπλε φυλή είχε το «πάνω» χέρι στη χώρα, τότε. Για την ακρίβεια, η μπλε φυλή είχε διανύσει μια μακρά περίοδο κρίσης και οδηγούσε την χώρα σε έξοδο απ’ αυτήν ή τουλάχιστον έτσι δήλωνε.

   Πλησίαζαν οι αφρικανοεκλογές και όπως συνηθίζετο, οι αρχηγοί εξαπέλυαν κατηγορίες ο ένας στον άλλο, έμμεσα και άμεσα, για να αποφασίσουν οι κάτοικοι της χώρας ποιος είναι ο καλύτερος σ’ αυτό το παιχνίδι. Έτσι, ο αρχηγός της μπλε φυλής αποφάσισε να διοργανώσει μια «πασαρέλα» για να παρουσιάσει στους κατοίκους τα πρόσωπα του ψηφοδελτίου του. Χειροκροτήματα, φλας, λευκά χαμόγελα και όμορφο στήσιμο χαρακτήριζαν την «πασαρέλα». Δεν έλειψαν όμως και οι υπαινιγμοί για τον αρχηγό της θυγατρικής της κόκκινης φυλής.

   Αντιθέτως, ο αρχηγός της θυγατρικής της κόκκινης φυλής  έβγαλε λόγο και κάλεσε τους ιθαγενείς να ανατρέψουν την υπάρχουσα κατάσταση. Μέλη της θυγατρικής της κόκκινης φυλής πρότειναν σαν λύση για την έξοδο απ’ την κρίση μια συμφωνία, την οποία θα ψήφιζε ο λαός. Η συμφωνία αυτή θα διεξαγόταν ανάμεσα στη χώρα και στους δανειστές της.

    Στη συνέχεια, υπήρχε και η χιτλερική «άρια» φυλή, η οποία προσπαθούσε να φανεί ως πατριωτική και με «άγιο σκοπό» να βοηθήσει τους κατοίκους να πάρουν πίσω τις δουλειές τους έναντι των αλλοδαπών. Αυτή η φυλή είχε κατηγορηθεί για κανιβαλισμό: τον θάνατο ενός ράπερ, αλλά και για τον θάνατο και ξυλοδαρμό ανθρώπων άλλων εθνοτήτων κι όχι μόνο. Έπειτα, για να εξαγνιστούν απ’ αυτές τους τις πράξεις άφησαν να κυκλοφορήσει ένα «μαγικό» βίντεο, το οποίο τους παρουσίαζε ως θύματα πλεκτάνης ενός «λερωμένου» δικαστικού σώματος των δρυϊδων. Λόγια, τα οποία ξεστόμιζε ο γραμματέας του αρχηγού της μπλε φυλής και έτσι με έναν πολύ έξυπνο τρόπο κατηγόρησαν και έμμεσα την κυβέρνηση της.

    Πώς γίνονται τόσα πολλά, στην μικρή αυτή χώρα της Νοτίου Αφρικής; Όποια κι αν είναι η φυλή που θα κερδίσει το παιχνίδι, οφείλει να μην ξεχνά τους κατοίκους της. Να εμποδίσει την απληστία να πνίξει ό, τι καλό έχουν χτίσει μέχρι τώρα. Η απληστία που είναι κι αυτή ένας γόνος της διαφθοράς!

   Και να μην ξεχνάμε ότι ο πολιτισμός κάποτε, κάπου εδώ ξεκίνησε… Η κάμπια των φυλών μας μεταμορφώθηκε όχι σε πεταλούδα, αλλά σε «Ζουλού» ανθρωποφάγο!
Κι έζησαν ΑΥΤΟΙ καλά! Κι εμείς;


Κοκκινάκη Αθανασία-Υπατία
(Νάνσυ)

Τετάρτη 16 Απριλίου 2014

Παραμύθι για μικρές αλήθειες



    Μια φορά κι έναν καιρό, σε μια παράξενη χώρα, ζούσαν πολλοί και αφελείς  Έλληνες.  Η ομορφιά αυτής της χώρας ήταν ξακουστή παντού, σε όλη την υφήλιο. Είχε πανέμορφες παραλίες, γραφικές πόλεις και περιποιημένα χωριουδάκια. Πλακόστρωτα στενά, επιβλητικά βουνά, πράσινο, πράσινο, πράσινο και πολύ γαλάζιο. Όλες τις χαρές του κόσμου είχε! Κι ένα κλίμα που το ζήλευαν όλες οι άλλες χώρες. Όλοι ήθελαν να την δουν και να γευτούν την ομορφιά της. Πολλοί προσπάθησαν μάλιστα να αγοράσουν εξοχικά, κτήματα μέχρι και νησιά εκεί.


  Οι Έλληνες, ως σωστά πιόνια ενός παγκόσμιου οικονομικού συστήματος, αύξησαν τις τιμές γιατί η ζήτηση είχε ξεπεράσει κάθε όριο. Οι Έλληνες, ως γνωστοί αλαζόνες, μαγεύτηκαν  και κυριεύτηκαν απ’ το «μαύρο» χρήμα.  Έτσι οι μεγάλοι αρχηγοί και στρατηγοί του κόσμου, αυτοί οι οικονομικοί δικτατορίσκοι, αποφάσισαν να εφαρμόσουν ένα σχέδιο για να εκμεταλλευτούν όσο πιο εύκολα γίνεται - μέχρι και δωρεάν - τα κάλλη αυτού του τόπου.

   Ανακάλυψαν όλα τα μελανά σημεία της χώρας και παρ’ όλο που και οι ίδιοι είχαν χρέη, την έβγαλαν στο σφυρί. Την πρόβαλλαν ως μια αδύναμη χώρα που οφείλει υπέρογκα ποσά σε όλη την Οικουμένη, ξεχνώντας ότι άλλες χώρες χρωστούσαν πολλά σ’ αυτήν. Όπως και έγινε. Κόπηκαν όλα τα επιδόματα, έπεσαν όλοι οι μισθοί, μειώθηκαν οι συντάξεις, αυξήθηκε η ανεργία και η φτώχεια.
Οι καιροί ήταν δύσκολοι γιατί ο λαός αυτός είχε αντιμετωπίσει πολέμους, δικτατορίες, μεταπολίτευση, οικονομικές κρίσεις, μνημόνια, χαράτσια και διεφθαρμένους πολιτικούς. Έχοντας περάσει από όλα αυτά, η απόγνωση κυρίεψε τους ανθρώπους. Κι ακόμα χειρότερα, τους τύφλωσε.
   

 Μια μέρα, βγήκε μια μεγάλη ανακοίνωση ότι η χώρα αυτή βγήκε στις ξένες αγορές. Όλοι χάρηκαν τόσο πολύ που κάλεσαν την Γερμανίδα καγκελάριο για να τους συγχαρεί και να τους δώσει τις ευλογίες της. Καμάρωναν σαν «γύφτικα σκεπάρνια» για το κατόρθωμα τους αυτό. Έφτυσαν αίμα, στερήθηκαν, ξεζουμίστηκαν για να μπορέσουν να ορθοποδήσουν και να επιστρέψουν ένα «ικανοποιητικό» μέρος των δανεικών τους. Γιατί, σ’ αυτή τη χώρα, ο λαός πίστευε ότι δεν μπορούσε να τα καταφέρει μόνος του. Ήταν η μόδα των καιρών: οι χώρες να δανείζονται για να τρώνε οι λίγοι και «καλοί».

   Και ήρθε η μέρα που το ποδαράκι της καγκελαρίου πάτησε σ’ αυτά τα εδάφη. Κι όλοι οι δρόμοι έκλεισαν. Οι πλατείες οχυρώθηκαν. Οι συγκεντρώσεις απαγορεύτηκαν. Με αυτό τον τρόπο εφάρμοσαν την δημοκρατία και την στήριξαν όσο περνούσε απ’ το χέρι τους. Ένα σύννεφο βροχής πέρασε εκείνη τη μέρα και στάθηκε, και παρέμεινε εκεί…


  Τι τέλος θα μπορούσε να έχει αυτή η ιστορία; Δεν γνωρίζω… Εσείς συνεχίζετε να την γράφετε…

Κοκκινάκη Αθανασία-Υπατία
(Νάνσυ)

Τρίτη 8 Απριλίου 2014

CLEANSED



   Μια κοπέλα που αναζητά τον χαμένο από τα ναρκωτικά αδερφό και εραστή της, ένα ζευγάρι που παραπαίει ανάμεσα στην αγάπη και τον διαμελισμό, ένα άτομο που ρίχνεται στην αρένα για τα αδηφάγα μάτια τρίτων και ο απαραίτητος διακινητής όλων, συνθέτουν το έργο της Σάρα Κέιν που παρουσιάζεται στο Θέατρο Σημείο. Το Cleansed αφορά ένα σύγχρονο στρατόπεδο συγκέντρωσης στο οποίο όλοι αναζητούν τη λύτρωση μέσω του έρωτα.

Για την συγγραφέα ο έρωτας είναι λύτρωση, ακριβώς όμως όπως και ο θάνατος. Η Έφη Γούση σε σκηνοθετικό ρόλο μας αποδεικνύει πως το σκοτάδι, οι ρωγμές του και εν τέλει το φως μπορούν όντως να πάρουν υπόσταση επί σκηνής σε μια παράσταση όπου η υποταγή και η ανημποριά αντιτίθενται στη βία και το ακαταλόγιστο της εξουσίας. Ο παραλογισμός, η χειρουργική ακρίβεια και προετοιμασία, οι φυσικοί και ψυχικοί ακρωτηριασμοί, θυμίζουν σκηνικό πολέμου με ηγέτη έναν αδίστακτο και αιμοβόρο δολοφόνο. Εδώ, ο άξιος Μιχάλης Οικονόμου στον πρωταγωνιστικό ρόλο με την απάνθρωπη αποστολή να βασανίζει και να σφαγιάζει μπροστά στο κοινό.

Ο θάνατος φτάνει να φαντάζει ως η καταλληλότερη λύση στο αδιέξοδο αυτού του εφιάλτη επί γης, ως πολλά υποσχόμενος και ως η ύστατη αυτοθυσία στο τρίπτυχο αγάπη-πόνος-θάνατος. Ίσως είναι πλέον ένας καλός οιωνός, σηματοδοτώντας και την σωτηρία από κάθε είδους αρρωστημένου βασανιστηρίου. Στο έργο, ο εξευτελισμός, η ωμότητα και η απογύμνωση τόσο χαρακτήρων και σωμάτων κάθε άλλο παρά εύπεπτη είναι. Η βία μπορεί να μην είναι ο αυτοσκοπός στα μάτια της συγγραφέως πάντως επιστρατεύεται το γερό στομάχι του θεατή για την παρακολούθηση της πλειονότητας των σκηνών.

Κανείς δεν βγαίνει απ' αυτό το κλουβί των βασανιστηρίων ούτε ίδιος ούτε σώος. Κανείς δεν μένει αλώβητος από τη συνεχή πάλη, ούτε τα θύματα ούτε ο θύτης. Όσοι ελίσσονται ταχύτερα, όσοι υπακούουν και φοβούνται, όσοι αρκούνται στον σαδισμό της εξουσίας, αυτοί είναι κιόλας που θα ζήσουν έστω και προσωρινά. Αυτοί είναι που θα ζήσουν μια ζωή κοντά στο παράλογο της ηγετικής δύναμης, παρακολουθώντας τους υπόλοιπους να καίγονται στη δίνη των εντολών ενός σάπιου αρχηγού. Η επιβίωση μετατρέπεται σε ένα παιχνίδι χωρίς κανέναν ηθικό φραγμό όπου νικητής είναι αυτός που σφυρίζει δυνατότερα στο τροπάρι του δυνάστη.

Όπως και κανείς είναι αλάθητος. Και όλοι αγαπάμε διότι άνθρωποι και η αγάπη στην πειραματική αυτή φυλακή κρίνεται ως παραπανίσιο και ίσως επικίνδυνο αίσθημα. Και τα αισθήματα που παρεκκλίνουν απαγορεύονται διά ροπάλου. Εδώ, ο Νικόλας Αγγελής, ο Περικλής Ασημακόπουλος, ο Αλέξανδρος Φράγκος, η Μάγδα Γκουβέρου, ο Γιώργης Βουβάκης και ξανά η Έφη Γούση υπομένουν τελείως εναρμονισμένα τα πάνδεινα σε έναν μικρόκοσμο που ομοιάζει της σύγχρονης κοινωνίας. Μέχρι που θα έφτανες για κάποιον που γνωρίζεις λίγους μήνες; Για κάποιον που είναι ήδη νεκρός; Για να τον επαναφέρεις στη ζωή με σάρκα και οστά; Για να σώσεις τον εαυτό σου όταν κάποιος κινδυνεύει; Όταν κάποιος βρίσκεται στη λεπτή αυτή γραμμή που διαχωρίζει τη ζωή από το θάνατο; Μέχρι που θα έφτανες για να αποδείξεις την αγάπη σου στους άλλους και πρωτίστως στον ίδιο σου τον εαυτό;

Τα κοστούμια του Γιώργου Θεοδοσίου, οι φωτισμοί του Ντίνου Νικολάου και η μουσική επιμέλεια του Γιώργου Μαυρίδη ντύνουν ένα σκοτεινό περιβάλλον που σε τίποτα δεν θυμίζει σπίτι σε αντίθεση με όσα διαβάζουμε σε μια φωτεινή επιγραφή πάνω από τα κεφάλια των πειραμάτων.

Δυστυχώς για τους λιπόψυχους τα πάντα μπορούν να συμβούν. 


Μάριος Δενδής,
για την Μαύρη Αλεπού.

Τετάρτη 2 Απριλίου 2014

«Οφθαλμαπάτες»



«Σ’ έναν κόσμο γκρίζο και κακομοίρη, η ομορφιά τρομάζει.»
Μιχάλης Φακινός

    
     Όταν ένας κόσμος έχει μάθει στην ασχήμια και στην μιζέρια, στην παρακμή, η ομορφιά είναι λίγο δύσκολο να γίνει πιστευτή. Η ομορφιά φαντάζει σαν κάτι εξωτικό, ένα άφταστο όνειρο.

 
Κι έρχεται ένα πλεόνασμα των 3 δισεκατομμυρίων ευρώ στους Έλληνες της κρίσης κι εκείνοι θέλουν να πιστέψουν το παραμύθι γιατί θέλουν να το ζήσουν. Οποιαδήποτε αιχμή στον γκρίζο τοίχο τους, αφήνει να περάσει μια ηλιαχτίδα. Η ελπίδα φωτίζει και σιγοκαίει την ψυχή τους. Ότι κάποτε θα βγουν απ’ αυτή την κρίση της οικονομίας και της κοινωνίας.

   Τόσο ηρεμεί η ψυχή τους στο άκουσμα των 3 δισεκατομμυρίων, λες και όλα τα προβλήματα τους θα λυθούν! Κι έρχεται το χαστούκι για να επανέλθουν στην πραγματικότητα. Έρχεται ένα νέο πολυνομοσχέδιο για να κάνει ακόμα πιο μαύρη και «μίζερη» τη ζωή τους.

   
Μαθημένος-χρόνια τώρα- στα παιχνίδια πολιτικής και στα ψέμματα, ο λαός αυτός συνεχίζει να κάνει τα ίδια λάθη. Βλέπει την ομορφιά και την αφουγκράζεται, αφήνει να τον συνεπάρει… Ώσπου καταλαβαίνει ότι δεν είναι υπαρκτή. Είναι σαν ένα μικρό παιδί που ξεγελάς με γλειφιτζούρια την πείνα του…  Τα γλειφιτζούρια είναι γυαλιστερά, γεμάτα χρώματα… Το παιδί τα λαχταρά... Όμως, τίποτα δεν ξεγελά την πείνα του. Υπάρχει εκεί και το βασανίζει…


    Η ομορφιά είναι φαινομενική κι αυτό είναι το πρόβλημα. Η ομορφιά, τις περισσότερες φορές, αγγίζει το «φαίνεσθαι» κι όχι το «είναι». Έτσι, λοιπόν κι εμείς οφείλουμε να διαχωρίσουμε αυτές τις έννοιες.  Τα μάτια ξεγελιούνται απ’ τα «εντυπωσιακά» τρυκ του ταχυδακτυλουργού, δίχως να ξέρουμε αν το κουνέλι ζει ή πέθανε μες στο καπέλο του. Και δυστυχώς, στην Ελλάδα του σήμερα, το κουνέλι πεθαίνει…


Κοκκινάκη Αθανασία-Υπατία
(Νάνσυ)